- ...Εγώ δεν κάνω τίποτα και βαριούµαι φοβερά! Να, σήµερα το πρωί, ώσπου να ξυπνήσει ο αδελφός µου, περνούσα και ξαναπερνούσα το χέρι µου µες στις αχτίδες του ήλιου και κοίταζα τα σκονάκια που χοροπηδούσαν, έτσι, για να περνά η ώρα. ∆εν ξέρω πώς να σκοτώσω τις ατέλειωτες ώρες της ηµέρας!
Η Γνώση γέλασε.
- Θες να τις σκοτώσεις ή να τις µεταχειριστείς; ρώτησε.
- Το ίδιο δεν κάνει;
- Όχι! Η ώρα πάντα περνά. Μ' αν κάνεις περιττά πράµατα, τη σκορπάς - ενώ αν κάνεις δουλειές µε σκοπό, τη µεταχειρίζεσαι.
- ∆εν το συλλογίστηκα αυτό ποτέ, είπε συλλογισµένο το Βασιλόπουλο. Και µένα η ώρα µου φαίνεται ατέλειωτη!
- Και όµως η ώρα είναι πολύτιµη, αποκρίθηκε η Γνώση. Σε τι καταγίνεσαι όλη µέρα;
- Σε τίποτα! Σε τι µπορώ να καταγίνω; Ο καθένας ζει και καταγίνεται για τον εαυτό του, κι εγώ δεν έχω ανάγκη από τίποτα.
- Μα ο τόπος σου έχει ανάγκη από σένα.
- Μπα! Ο καθένας φροντίζει για τον εαυτό του και κουτσοζεί.
- Καλά το είπες, πως κουτσοζεί, αποκρίθηκε λυπηµένη η Γνώση. Και ο τόπος σου κουτσοζεί. Το καταδέχεσαι όµως;
- Τι να του κάνω;
- Αν ο καθένας σκέπτουνταν λιγότερο το άτοµο του και δούλευε περισσότερο για το γενικό καλό, θα έβλεπε µια µέρα πως πάλι για τον εαυτό του δούλεψε, και πως αντί να κουτσοζεί, κατάφερε να καλοζεί....
(από το "Παραμύθι χωρίς όνομα")
Όταν τελείωσα το έργο μου κατέθεσα τα όπλα. Είπα πως μπορώ τώρα να πεθάνω, αρκεί να το δημοσιεύσουν τα παιδιά μου, σαν να ελευθερωθούν οι ελληνικές ψυχές και συνειδήσεις. Αυτά τον περασμένο Δεκέμβριο. Τώρα θέλω να δω την ελευθερία αυτή ψυχών και συνειδήσεων. Μα θα την δω άραγε;
Στόν κόσμο, υπάρχουν πράγματα, ιδέες, αρχές, ιδανικά, πίστες πού βαραίνουν περισσότερο από τήν ζωή
Παιδιά μου, ούτε παπά, ούτε κηδεία. Παραχώστε με σε μια γωνιά του κήπου, αλλά μόνο αφού βεβαιωθείτε ότι δεν ζω πια. Φροντίστε τον πατέρα σας. Τον φιλώ σφιχτά.
Π.Σ. Δέλτα
Στις 27 Απριλίου 1941, ημέρα όπου τα γερμανικά στρατεύματα καταλαμβάνουν την Αθήνα, η Πηνελόπη Δέλτα αυτοκτονεί παίρνοντας δηλητήριο. Στην ταφή της, στον κήπο της Κηφισιάς, ιερουργεί μόνος ο παλιός φίλος Αρχιεπίσκοπος Χρύσανθος. Στην ταφόπετρά της χαράχτηκε μόνο η λέξη «Σιωπή».
Η Γνώση γέλασε.
- Θες να τις σκοτώσεις ή να τις µεταχειριστείς; ρώτησε.
- Το ίδιο δεν κάνει;
- Όχι! Η ώρα πάντα περνά. Μ' αν κάνεις περιττά πράµατα, τη σκορπάς - ενώ αν κάνεις δουλειές µε σκοπό, τη µεταχειρίζεσαι.
- ∆εν το συλλογίστηκα αυτό ποτέ, είπε συλλογισµένο το Βασιλόπουλο. Και µένα η ώρα µου φαίνεται ατέλειωτη!
- Και όµως η ώρα είναι πολύτιµη, αποκρίθηκε η Γνώση. Σε τι καταγίνεσαι όλη µέρα;
- Σε τίποτα! Σε τι µπορώ να καταγίνω; Ο καθένας ζει και καταγίνεται για τον εαυτό του, κι εγώ δεν έχω ανάγκη από τίποτα.
- Μα ο τόπος σου έχει ανάγκη από σένα.
- Μπα! Ο καθένας φροντίζει για τον εαυτό του και κουτσοζεί.
- Καλά το είπες, πως κουτσοζεί, αποκρίθηκε λυπηµένη η Γνώση. Και ο τόπος σου κουτσοζεί. Το καταδέχεσαι όµως;
- Τι να του κάνω;
- Αν ο καθένας σκέπτουνταν λιγότερο το άτοµο του και δούλευε περισσότερο για το γενικό καλό, θα έβλεπε µια µέρα πως πάλι για τον εαυτό του δούλεψε, και πως αντί να κουτσοζεί, κατάφερε να καλοζεί....
(από το "Παραμύθι χωρίς όνομα")
Όταν τελείωσα το έργο μου κατέθεσα τα όπλα. Είπα πως μπορώ τώρα να πεθάνω, αρκεί να το δημοσιεύσουν τα παιδιά μου, σαν να ελευθερωθούν οι ελληνικές ψυχές και συνειδήσεις. Αυτά τον περασμένο Δεκέμβριο. Τώρα θέλω να δω την ελευθερία αυτή ψυχών και συνειδήσεων. Μα θα την δω άραγε;
Στόν κόσμο, υπάρχουν πράγματα, ιδέες, αρχές, ιδανικά, πίστες πού βαραίνουν περισσότερο από τήν ζωή
Παιδιά μου, ούτε παπά, ούτε κηδεία. Παραχώστε με σε μια γωνιά του κήπου, αλλά μόνο αφού βεβαιωθείτε ότι δεν ζω πια. Φροντίστε τον πατέρα σας. Τον φιλώ σφιχτά.
Π.Σ. Δέλτα
Στις 27 Απριλίου 1941, ημέρα όπου τα γερμανικά στρατεύματα καταλαμβάνουν την Αθήνα, η Πηνελόπη Δέλτα αυτοκτονεί παίρνοντας δηλητήριο. Στην ταφή της, στον κήπο της Κηφισιάς, ιερουργεί μόνος ο παλιός φίλος Αρχιεπίσκοπος Χρύσανθος. Στην ταφόπετρά της χαράχτηκε μόνο η λέξη «Σιωπή».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου